Του Δημήτρη Γαρούφα*
Αφορμή για το σημερινό άρθρο ήταν τα δημοσιεύματα σχετικά με την αναφορά στα σχολικά βιβλία της Τουρκίας της «Γαλάζιας Πατρίδας», γεγονός που δείχνει μακρόχρονη στόχευση και μόνιμη επιθετικότητα από την Τουρκία. Γι’ αυτό επιγραμματικά θα κάνουμε κάποιες παρατηρήσεις:
1. Να ξεκαθαρίσουμε καταρχάς ότι η πολιτική της Τουρκίας σε θέματα εξωτερικής πολιτικής έχει μακρόχρονη στόχευση και στρατηγική, και δεν επηρεάζεται από το ποιος βρίσκεται στην εξουσία. Θα είναι ίδια είτε είναι πρόεδρος ο Ερντογάν είτε κάποιος άλλος, γι’ αυτό άλλωστε οι ηγέτες της αντιπολίτευσης στην Τουρκία στο παρελθόν κατηγόρησαν τον Ερντογάν ότι οι δηλώσεις και απειλές προς την Ελλάδα είναι μόνο λεκτικές και του δήλωσαν στήριξη, αν από τα λόγια περάσει σε έργα.
2. Η τουρκική επιθετικότητα άρχισε ουσιαστικά από το 1973 και ανάλογα με τις συγκυρίες εκδηλώνεται με μεγαλύτερη ή μικρότερη ένταση, πάντα όμως με αμφισβήτηση κυριαρχικών μας δικαιωμάτων.
3. Η Τουρκία δείχνει να απολαμβάνει κάποια ασυλία σε διεθνές επίπεδο. Κατέχει από το 1974 το βόρειο τμήμα της Κύπρου και απαιτεί δύο ισότιμα κράτη στην Κύπρο, δηλαδή νομιμοποίηση των τετελεσμένων γεγονότων του 1974, ενώ συνεχίζει να εποικίζει παράνομα τα κατεχόμενα εδάφη και στοχεύει μακροπρόθεσμα να ελέγχει και τη νότια Κύπρο. Βρίσκεται στην ίδια νομική και πολιτική θέση με τη Ρωσία, αλλά δεν αντιμετωπίζει καμιά αποτελεσματική κύρωση για την κατοχή της βόρειας Κύπρου ούτε από τις ΗΠΑ ούτε από την Ε.Ε.
4. Η ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας με την έννοια ένταξής της στην Ε.Ε. έχει απομακρυνθεί, αλλά ούτως η άλλως η ένταξή της στην Ε.Ε ήταν κάτι ανέφικτο, γιατί για να γίνει δεκτή θα έπρεπε να αλλάξει η Τουρκία (μάλλον αδύνατον) ή να αλλάξει η Ε.Ε. κάνοντας έκπτωση σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ελευθεριών, σεβασμού των κανόνων Διεθνούς Δικαίου.
5. Η πολιτική της Τουρκίας θα συνεχίσει να είναι επιθετική, πιο ήπια όταν θέλει να κερδίσει κάτι από ΗΠΑ και Ε.Ε., και πιο έντονα επιθετική σε άλλες περιπτώσεις, θέλοντας να λειτουργεί ως περιφερειακή δύναμη.
6. Ο πολιτικός μας κόσμος δυστυχώς δεν αξιολόγησε έγκαιρα κι όπως έπρεπε τα μηνύματα και τις εξελίξεις. Ενδεικτικά αναφέρω περίπτωση πολιτικού που πριν από δεκαετίες δήλωνε ότι ο Ερντογάν θα χάσει την εξουσία σύντομα, γιατί δεν μιλά ξένες γλώσσες και δεν μπορεί να σταθεί σε διεθνές επίπεδο… Αυτό και μόνο αποδεικνύει πόσο επιδερμικά αξιολογούσαν πρόσωπα και καταστάσεις.
7. Ο Ερντογάν επιδιώκει μεταξύ άλλων και τη δημιουργία κοινοπολιτείας των χωρών που προήλθαν από τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Γι’ αυτό κάνει στοχευμένες επενδύσεις στις βαλκανικές χώρες, ιδρύει σχολεία, χτίζει τζαμιά, επιδιώκοντας ισχυρή επιρροή στις χώρες αυτές και αντιπαράθεσή τους με τη χώρα μας σε διάφορα θέματα. Έτσι εξηγείται και η τουλάχιστον «περίεργη» στάση κάποιων από αυτές έναντι της χώρας μας (Αλβανία, Βόρεια Μακεδονία).
8. Η χώρα μας μετά το 1989 είχε επιρροή στις γειτονικές βαλκανικές χώρες, γιατί ήταν η μόνη χώρα-μέλος του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε. από τα Βαλκάνια, αλλά με την οικονομική κρίση μετά το 2010 δεν αξιοποίησε τις ευκαιρίες που δημιούργησαν οι μετά το 1989 γεωπολιτικές εξελίξεις και εγκατέλειψε και τα οικονομικά ερείσματα που είχε δημιουργήσει στις χώρες αυτές. Έτσι, π.χ. οι θυγατρικές των ελληνικών τραπεζών με υπόδειξη των δανειστών εκποιήθηκαν σε τρίτους, ενώ το κενό που δημιουργήθηκε το καλύπτει επιμελώς η Τουρκία με στοχευμένες επενδύσεις, ίδρυση σχολείων κ.ά.
Κλείνοντας επισημαίνω ότι χρειάζεται με ομοψυχία χάραξη εθνικής στρατηγικής, η οποία θα στηρίζεται στην ισχυρή αποτρεπτική ισχύ μας που θα αποκτηθεί με ισχυρή οικονομία, καλές συμμαχίες, διπλωματικές πρωτοβουλίες συμβατές με το Διεθνές Δίκαιο αλλά και πανίσχυρες Ένοπλες Δυνάμεις. Μόνο έτσι θα διασφαλιστεί η ειρήνη στην περιοχή.
* Δικηγόρος, πρώην πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης