Γράφει ο Αλέξης Σακελλαρόπουλος
Δεν θα μπορούσα ποτέ να φανταστώ ότι υπάρχει κάτι χειρότερο από την απόρριψη. Αυτό πίστευα μέχρι πρότινος, ότι δεν υπάρχει μεγαλύτερη κατάρα από το να ποθείς και να μην σε ποθούν. Κι όμως υπάρχει κάτι πολύ χειρότερο και ξέρεις ποιο είναι αυτό; Η σιωπή. Αυτή η ησυχία, η βουβαμάρα, που όταν έρθει η στιγμή να την αντιμετωπίσεις είναι πολύ πιθανόν να βγεις εσύ ο χαμένος από αυτή τη μάχη.
Κι εγώ τις φοβάμαι τις σιωπές σου. Τις φοβάμαι περισσότερο κι από την απόρριψή σου, γιατί τουλάχιστον η απόρριψη συνοδεύεται από μια κουβέντα. Ένα «αντίο» ένα «λυπάμαι» μια «συγγνώμη», οτιδήποτε. Μα η σιωπή; Πώς αντέχεται η σιωπή; Νομίζεις πως μια λέξη αποχωρισμού μπορεί να είναι χειρότερη, μα η πλήρη σιωπή, η ησυχία, το τίποτα, σε τρελαίνουν. Θαρρείς πως μια κουβέντα μονάχα είναι ικανή να σε τσακίσει μα η σιωπή είναι αυτή που σου αρρωσταίνει το μυαλό. Αυτή η γαμημένη σιωπή που σε γεμίζει αμφιβολίες.
Τις φοβάμαι τις σιωπές σου. Γιατί γίνονται σειρήνα μέσα στο κεφάλι μου και με αρρωσταίνουν, με τρελαίνουν. Με ισοπεδώνουν, με διαλύουν, με κάνουν άλλον άνθρωπο. Κι εγώ τον μισώ αυτό τον άνθρωπο που γίνομαι. Δεν μου αρέσει να προσπαθώ απεγνωσμένα να βρω μια δικαιολογία πίσω από αυτή τη συμπεριφορά σου. Δεν μου αρέσει να χάνεσαι κι εγώ να περιμένω πώς και πώς μια κουβέντα σου. Δεν μου αρέσει να πλάθω σενάρια και εικόνες στο μυαλό μου, να μιλώ με σκιές. Δεν μου αρέσει να κάθομαι με τις ώρες μπροστά σε μια άψυχη οθόνη περιμένοντας να διαβάσω μια λέξη σου μόνο. Δεν μου αρέσει να προσπαθώ με νύχια και με δόντια κάθε βράδυ για να μην σου στείλω ένα μήνυμα. Δεν μου αρέσει να αναγκάζω τον εαυτό μου να υπακούσει σε πράγματα που δεν θέλει.
Τις φοβάμαι τις σιωπές σου, μα περισσότερο τις μισώ. Μισώ που κάθε φορά πρέπει να προσπαθώ όλο και πιο πολύ για να λύσω τους γρίφους σου. Μισώ που πρέπει να διαβάζω πίσω από τις λέξεις σου. Μισώ που δεν ξέρω πώς νιώθεις, τι σκέφτεσαι, τι κουβαλάς στο μυαλό σου. Μισώ που σου ξεδιπλώνω την ψυχή μου, που σου φανερώνω το μέσα μου και για αντάλλαγμα παίρνω μόνο σιγή. Με κούρασαν οι σιωπές σου, με τσάκισαν και νομίζω πως δεν μου αξίζουν. Δεν θέλω άλλες σιωπές.